- ἐμπροσθότονος
- ἐμπροσθότονοςdrawn forwards and stiffenedmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εμπροσθότονος — η, ο (Μ ἐμπροσθότονος, ον) αυτός που πάσχει από εμπροσθοτονία, που έχει ανάκλιση και καμπύλωση τού σώματος προς τα εμπρός («εμπροσθότονος καμπύλη» σύσπαση τών καμπτήρων μυών τού κορμού, στην οποία το σώμα κάμπτεται προς τα εμπρός) … Dictionary of Greek
ἐμπροσθότονον — ἐμπροσθότονος drawn forwards and stiffened masc/fem acc sg ἐμπροσθότονος drawn forwards and stiffened neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐμπροσθοτόνοις — ἐμπροσθότονος drawn forwards and stiffened masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐμπροσθοτόνου — ἐμπροσθότονος drawn forwards and stiffened masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εμπροσθοτονία — η (Μ ἐμπροσθοτονία) ιατρ. εμπροσθότονος σπασμός, είδος τετάνου, κατά τον οποίο το σώμα έλκεται και καμπυλώνεται προς τα εμπρός … Dictionary of Greek